Μυρμήγκια
Κοινά μυρμήγκια
Τα μυρμήγκια είναι κοινωνικά έντομα της οικογένειας Formicidae. Έχουν συνήθως χρώμα καφέ έως μαύρο, ενώ το μέγεθος ποικίλλει μεταξύ των τριών καστών, δηλαδή των εργατριών, αρρένων (6 – 10 mm) και βασίλισσας (13 -15 mm). Το σώμα τους είναι λεπτό με ισχυρή κεφαλή, εφοδιασμένη με γονατοειδείς, κεκκαμένες κεραίες. Το χαρακτηριστικό τους είναι η έντονη συστολή της δεύτερου κοιλιακού τμήματός τους σε μία ένωση που θυμίζει μίσχο. Είναι πάρα πολύ εργατικά και δυνατά έντομα αφού μπορούν να σηκώσουν έως και 25 φορές το βάρος τους. Μπορούμε να τα συναντήσουμε παντού, ακόμη και στους καθαρότερους χώρους, όπου μπαίνουν για αναζήτηση τροφής.
Τα μυρμήγκια σχηματίζουν αποικίες με μέγεθος που ποικίλει από μερικές δεκάδες θηρευτές που ζουν σε μικρές φυσικές κοιλότητες έως κοινωνίες με υψηλή οργάνωση που καλύπτουν μεγάλες περιοχές και αποτελούνται από εκατομμύρια μέλη. Οι μεγαλύτερες αποικίες αποτελούνται κυρίως από στείρα άπτερα θηλυκά που σχηματίζουν τάξεις “εργατών”, “στρατιωτών” ή άλλες εξειδικευμένες ομάδες. Σχεδόν όλες οι αποικίες μυρμηγκιών έχουν κάποια γόνιμα αρσενικά που αποκαλούνται κηφήνες και ένα ή περισσότερα γόνιμα θηλυκά που αποκαλούνται βασίλισσες. Οι αποικίες περιγράφονται κάποιες φορές ως υπεροργανισμοί επειδή τα μυρμήγκια μοιάζουν να συμπεριφέρονται σαν μια ενιαία ύπαρξη, καθώς εργάζονται συλλογικά για να υποστηρίξουν την αποικία.
Πολλά μυρμήγκια φτιάχνουν μεγάλες φωλιές, ενώ άλλα είδη είναι νομαδικά και δε χτίζουν μόνιμες κατασκευές. Τα μυρμήγκια φτιάχνουν είτε υπόγειες φωλιές, είτε τις κατασκευάζουν πάνω σε δέντρα. Οι μυρμηγκοφωλιές μπορεί να βρίσκονται στο έδαφος, κάτω από πέτρες, κάτω από πεσμένα τμήματα δέντρων ή μέσα σε αυτά, μέσα σε κοιλότητες κορμών ή ακόμα και σε βελανίδια. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή συμπεριλαμβάνουν χώμα καθώς και υλικά προερχόμενα από φυτά.
Ξυλοφάγα» μυρμήγκια
Έχουν την ίδια μορφολογία και βιολογία με τα κοινά μυρμήγκια και παρά την ονομασία τους (ξυλοφάγα), δεν τρέφονται με ξύλο αλλά το χρησιμοποιούν μόνο για τη διατροφή των ατελών σταδίων και ως καταφύγιο. Στην πραγματικότητα τρέφονται με ζωικές και φυτικές οργανικές ουσίες, σπόρους, φυτικά τεμάχια, σπονδυλωτά ή ασπόνδυλα νεκρά ζωύφια, με μελιτώματα αφίδων καθώς και με ωά, προνύμφες και νύμφες άλλων αρθροπόδων κάθε είδους, νεκρά ή ζωντανά, για τα οποία αποτελούν σημαντικό αρπακτικό. Προτιμούν ιδιαιτέρως τα ζαχαρώδη υγρά και γι αυτό αναζητούν το νέκταρ των ανθέων, τις εκκρίσεις των αφίδων και των κοκκοειδών, τους αρκετά ώριμους καρπούς. Η φωλιά τους εγκαθίσταται σε κοιλότητες μαλακού, ασθενικού ή με υψηλή υγρασία ξύλου αλλά και σε υγιές ξύλο όταν αυτό φέρει στοές από προσβολή από προηγούμενη προσβολή ξυλοφάγου εντόμου.
Δημιουργούν τις φωλιές τους στο ύπαιθρο και ειδικά σε δασικές εκτάσεις όπου εγκαθίστανται σε πεσμένα δέντρα, σε νεκρά κλαδιά ζωντανών δέντρων, κάτω από τον φλοιό δέντρων διαφόρων ειδών ή ακόμα και στο έδαφος, κάτω από πέτρες. Πολλές φορές όμως, αποικίες «ξυλοφάγων» μυρμηγκιών εγκαθίστανται στα ξύλινα μέρη των κατοικιών και προκαλούν αρκετά σημαντικές ζημιές αλλά και σημαντική όχληση στους ανθρώπους. Έχει παρατηρηθεί είσοδός τους από τα καλώδια του τηλεφώνου ή του ρεύματος καθώς και από κλαδιά δέντρων που βρίσκονται σε επαφή με τη σκεπή του σπιτιού.